Ένας κρητίκαρος έκανε γιο. Στα έκτα γενέθλια του ο γιος του του ζήτησε την barbie rapounzel. Ο Κρητικός απελπισμένος πάει στον καφενέ του χωριού να πει τα μαντάτα στο Μήτσο.
Πηγαίνει στην Κρήτη ένας τύπος με πολλά λεφτά και μαγεύεται από τις ομορφιές της. Κάποια στιγμή συναντάει έναν ντόπιο ο οποίος κρατάει ένα κρητικό μαχαίρι.
– Φίλε, του λέει, πολύ ωραίο το μαχαίρι σου. Πόσα θέλεις για να μου το δώσεις;
– Δεν είναι για πούλημα, απαντά ο Κρητικός.
– Θα σου δώσω όσα θες, λέει ο πλούσιος.
– Όχι, ξαναλέει ο Κρητικός.
– Να, θα σου δώσω το… χρυσό μου ρόλεξ, λέει με λαχτάρα ο πλούσιος.
– Σου ‘πα, δεν σου τη δίνω τη μαχαίρα!
– Μα γιατί; ρωτά ο πλούσιος.
– Γροίκα, λέει ο Κρητικός. Αμα μου δώκεις το ρόλεξ και σου δώκω την μαχαίρα και πάω στο χωριό και κάτσω στον καφενέ και πιω δύο ρακές, και με πιάσει ο πεντοζάλης, και έρθει κάποιος και με βλαστημίξει, εγώ ήντα θα του πω; “Εννιά παρά τέταρτο;”